Ὀνομάζεται Μεγάλη, ὄχι διότι ἔχει περισσότερες ἡμέρες ἢ ὦρες, ἀλλὰ διότι μεγάλα εἶναι τὰ γεγονότα ποὺ ἑορτάζουμε καὶ διότι ἀπερίγραπτες ὑπῆρξαν οἱ ὠφέλειες τὶς ὁποίες ἐλάβαμε αὐτὴ τὴν ἑβδομάδα: σταμάτησε ὁ πόλεμος τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν Θεό, καταργήθηκε ὁ θάνατος καὶ ἡ ἐξουσία τοῦ Διαβόλου, ἐξαφανίστηκε ἡ κατάρα καὶ ἔγινε ἡ συμφιλίωση τοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς ἀνθρώπους.

Ὅλα τὰ ἀνωτέρω ἐξυμνοῦνται μὲ θαυμάσιους ὕμνους, «οἱ ὁποίοι ὁμοιάζουν ὡσὰν νὰ μεταβαίνουμε ἀπὸ ᾄσματα σὲ ᾄσματα ᾀσμάτων, ἀπὸ τὰ ἱερὰ στὰ ἅγια τῶν ἁγίων καὶ ἀπὸ τὸν πρῶτο οὐρανό, ὄχι στὸ δεύτερο, ἀλλὰ στὸν τρίτο καὶ ὑψηλότατο οὐρανό, σ᾿ αὐτὰ τὰ Λόγια τοῦ Θεοῦ».

Οἱ ἀκολουθίες τῆς Μεγ. Ἑβδομάδας εἶναι πρωινές, δηλ. εἶναι ὁ Ὄρθρος κάθε ἡμέρας. Γιὰ νὰ μπορεῖ ὅμως ὁ λαὸς νὰ τὶς παρακολουθήσει, «κατ᾿ οἰκονομίαν» ψάλλονται τὸ ἀπόγευμα τῆς προηγουμένης. Δηλ. τὸ ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων ψάλλεται ὁ Ὄρθρος τῆς Μ. Δευτέρας, ἀπόγευμα τῆς Μ. Δευτέρας, ψάλλεται ὁ Ὄρθρος τῆς Μ. Τρίτης κ.ο.κ. (τὸ πρωὶ ψάλλονται οἱ Ὦρες καὶ ὁ Ἑσπερινὸς τῆς ἑπομένης).

 

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ
(Κυριακὴ Βαΐων Ἑσπέρας)

Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση δυὸ γεγονότων. Πρῶτον, τοῦ ἐνάρετου Ἰωσὴφ (υἱοῦ τοῦ Ἰακὼβ καὶ δισέγγονου τοῦ Ἀβραάμ), ὁ ὁποῖος εἶναι τύπος τοῦ Χριστοῦ. Καὶ οἱ δυὸ φθονήθηκαν, πωλήθηκαν, καταβιβάστηκαν σὲ λάκκο - τάφο, βασανίστηκαν, δοξάσθηκαν (ὡς πρωθυπουργὸς τοῦ Φαραὼ - ὡς ἀναστὰς Κύριος) καὶ ἔθρεψαν τὸ λαὸ (μὲ τὸ φυλαγμένο σιτάρι - μὲ τὸν Ἄρτο τῆς ζωῆς, τὸ Πανάγιο Σῶμα Του). Δεύτερον, τῆς ἀκάρπου συκῆς, τὴν ὁποία καταράστηκε ὁ Κύριος, γιὰ νὰ δείξει τὸ τέλος τῆς ἄκαρπης ἑβραϊκῆς Συναγωγῆς, ἀλλὰ καὶ τὴ μοῖρα ὅλων αὐτῶν ποὺ δὲν παρουσιάζουν πνευματικοὺς καρπούς.

Ἡ ὑμνολογία τῆς ἡμέρας μᾶς προτρέπει σὲ ἀγῶνες γιὰ ἀπόκτηση ἀρετῶν.

Ἐπειδὴ τὸ πρῶτο τροπάριο ποὺ ψάλλεται τὴν ἡμέρα αὐτὴ καὶ ἐπαναλαμβάνεται τὶς δυὸ ἑπόμενες ἡμέρες εἶναι τὸ κατανυκτικότατο: «Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός...», ἐμπνευσμένο ἀπὸ τὴν παραβολὴ τῶν δέκα Παρθένων, γι᾿ αὐτὸ οἱ Ἀκολουθίες τῆς Μεγ. Δευτέρας, Τρίτης καὶ Τετάρτης λέγονται «Ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου». Πρόκειται γιὰ τὸ γνωστὸ τροπάριο ποὺ καθημερινὰ τὸ ἀναγιγνώσκουμε στὴν πρωινή μας προσευχή, τὸ Μεσονυκτικό.

 

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ
(Μεγάλη Δευτέρα Ἑσπέρας)

Τὴ Μεγ. Τρίτη ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση: Πρώτον, τῆς παραβολῆς τῶν δέκα Παρθένων, καλούμενοι καὶ ἐμεῖς νὰ ὑποδεχθοῦμε τὸν Χριστὸ μὲ λαμπάδες ἀρετῶν (ἰδιαιτέρως τῆς ἐλεημοσύνης) καὶ δεύτερον, τῆς παραβολῆς τῶν Ταλάντων καλούμενοι καὶ ἐμεῖς ν᾿ αὐξήσουμε τὰ χαρίσματά μας.

Τ᾿ ἀνωτέρω μᾶς τὰ θυμίζει ἡ Ἐκκλησία μας μὲ τοὺς ὕμνους τῆς ἡμέρας, διότι ὁ Χριστὸς θὰ ἔλθει αἰφνίδια εἴτε, εἰδικά, τὴ στιγμὴ τοῦ θανάτου μας, εἴτε, γενικά, στὴ Δευτέρα Παρουσία Του. Καὶ θὰ μᾶς ζητήσει νὰ Τοῦ παρουσίασουμε τὴν πρόοδό μας, ἔστω καὶ μικρὴ (στὴν παραβολὴ τῶν Ταλάντων κατεδίκασε τὸν τρίτο δοῦλο, διότι δὲν παρουσίασε αὔξηση τοῦ ἑνὸς ταλάντου του - παρ᾿ ὅτι, σύμφωνα μὲ τοὺς Πατέρες, αὐτὸς κατὰ τὰ ἄλλα ἦταν τηρητὴς τοῦ Νόμου).

Δὲν πρέπει ποτὲ νὰ ξεχνᾶμε τὶς πέντε μωρὲς παρθένες, οἱ ὁποῖες ἔχασαν τὸν Παράδεισο παρὰ τὴ «θρησκευτικότητά» τους... Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ἁπλὴ ἐκτέλεση τῶν καθηκόντων μας χωρὶς βαθύτερη βίωση τῆς πίστεώς μας ἢ ἡ «ἐνεργοποίηση» τῆς θρησκευτικότητάς μας ὁρισμένες μόνο ὧρες τοῦ 24ώρου, ἐνδεχομένως νὰ μὴν θεωρηθοῦν ἀρκετά, γιὰ νὰ προσελκύουν τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου καὶ τὴ χάρη Του.

 

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
(Μεγάλη Τρίτη Ἑσπέρας)

Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση τριῶν γεγονότων:

α. Τῆς ἀλείψεως τοῦ Κυρίου ἀπὸ γυναῖκα πόρνη μὲ μύρο τριακοσίων δηναρίων (τότε τὸ μεροκάματο ἦταν ἕνα δηνάριο).

β. Τῆς συγκλήσεως τοῦ Συνεδρίου τῶν Ἰουδαίων γιὰ καταδίκη τοῦ Χριστοῦ καὶ

γ. Τῆς ἀναχωρήσεως τοῦ Ἰούδα πρὸς τοὺς Ἀρχιερεῖς μὲ τοὺς ὁποίους συμφώνησε τὴν προδοσία, (γι᾿ αὐτὴν καθιερώθηκε ἀπὸ τοὺς Ἀποστολικοὺς χρόνους ἡ νηστεία τῆς Τετάρτης).

Στὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας ψάλλεται καὶ τὸ περίφημο «Τροπάριο τῆς Κασσιανῆς», τῆς εὐσεβοῦς καὶ λογίας αὐτῆς ὑμνογράφου τοῦ Βυζαντίου, τὴν ὁποία οἱ εὐφάνταστοι μυθιστοριογράφοι παρουσίασαν ὡς πόρνη.

Πόρνη δὲν ἦταν ἡ Κασσιανή, ἡ ποιήτρια, ἀλλὰ ἡ ἡρωΐδα τοῦ ποιήματός της, ἡ γυναῖκα δηλ. ποὺ ἄλειψε μὲ μῦρα τὸν Κύριο.

Τὸ ἀπόγευμα τῆς Μεγ. Τετάρτης (πρὶν ἀπὸ τὴν ἀκολουθία τοῦ Νυμφίου) τελεῖται στοὺς Ἱ. Ναοὺς καὶ τὸ Ἱερὸ Εὐχέλαιο.

 

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ
(Μεγ. Τετάρτη Ἑσπέρας)

Τὴ Μεγ. Πέμπτη ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση:

α. Τῆς νίψεως τῶν ποδῶν τῶν Ἀποστόλων ἀπὸ τὸν Κύριο.

β. Τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου.

γ. Τῆς θαυμαστῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν Πατέρα Του, καὶ

δ. Τῆς προδοσίας τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸ μαθητή Του Ἰούδα.

Τὸ βράδυ αὐτὸ τελεῖται ὁ Μυστικὸς Δεῖπνος, ἀπὸ τὸν ὁποῖο φεύγει ὁ Ἰούδας γιὰ τὴν προδοσία, καὶ ὁ Χριστὸς νίπτει τὰ πόδια τῶν Μαθητῶν Του. Ἀκολούθως μεταβαίνουν στὴν κοιλάδα τῶν Κέδρων, ὅπου, μετὰ τὴν Ἀρχιερατικὴ Προσευχή, καταφθάνει ὁ Ἰούδας μὲ τὴ συνοδείᾳ του καὶ μὲ φίλημα Τὸν προδίδει. Κατόπιν ὁ Ἰησοῦς φέρεται στοὺς Ἀρχιερεῖς Ἄννα καὶ Καϊάφα, οἱ Μαθητὲς σκορπίζονται, πλὴν τοῦ Ἰωάννου καὶ Πέτρου, ὁ ὁποίος ὅμως Τὸν ἀρνεῖται τρίς. Στὸ Συνέδριο καταδικάζεται ἐπειδὴ ὁμολογεῖ ὅτι εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ στὴ συνέχεια ἐμπαίζεται ποικιλοτρόπως.

Τὴ Μεγ. Πέμπτη τελεῖται ἡ Θεία Λειτουργία σ᾿ ἀνάμνηση τῆς πρώτης Λειτουργίας, ἡ ὁποία παραδόθηκε τὸ ἑσπέρας τῆς ἡμέρας αὐτῆς ἀπὸ τὸν Κύριο στὸ Ὑπερῷο τῆς Ἱερουσαλήμ. Τελεῖται λοιπὸν ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, διότι αὐτὴ συνάπτεται σὲ Ἑσπερινὸ καὶ γίνεται τὸ πρωὶ τῆς Μ. Πέμπτης ἀντὶ τὸ ἑσπέρας, ἐπειδὴ τὸ ἀπόγευμα θὰ γίνει ὁ Ὄρθρος τῆς Μ. Παρασκευῆς.

 

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
(Μεγάλη Πέμπτη Ἑσπέρας)

Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου, δηλ. τῶν ἐμπτυσμῶν, τῶν ραπισμάτων, τῶν ὕβρεων κ.λπ. καὶ κυρίως τῆς σταυρώσεως καὶ τοῦ φρικτοῦ θανάτου Του. Ἐπίσης τὴν ὁμολογία τοῦ Λῃστοῦ ποὺ ἔκανε στὸ σταυρό, ὅτι ὁ Κύριος εἶναι Βασιλεὺς οὐράνιος καὶ τὴν παράκλησή του νὰ τὸν θυμηθεῖ στὴ Βασιλεία Του.

Εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς ἄκρας ταπεινώσεως καὶ τῆς ὑπέρτατης θυσίας, διότι δέσμιος ὁ Χριστὸς ἀνακρίνεται ὡς κακοῦργος ὅλη τὴ νύκτᾳ μεταξὺ Πέμπτης καὶ Παρασκευῆς, καταδικάζεται ὁ Ἀθῷος καὶ κατὰ τὴν ἕκτη ὥρα (δηλ. κατὰ τὴ 12η μεσημβρινή), ἀνάμεσα σὲ δυὸ λῃστὲς σταυρώνεται. Τὴν ἐνάτη ὥρα (3 τὸ μεσημέρι), ἀφοῦ ἐφώναξε τὸ «Τετέλεσται», ἐκπνέει «ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου». Ἀκολουθεῖ ἡ ἀποκαθήλωση καὶ ἡ ταφὴ πρὶν τὴ δύσῃ τοῦ ἡλίου «ἐν καινῷ μνημείῳ».

Σήμερα διαβάζονται οἱ δώδεκα σχετικές μὲ τὸ Πάθος τοῦ Κυρίου περικοπές, ἀπὸ τὶς περιγραφὲς τῶν τεσσάρων Εὐαγγελιστῶν (τὰ λεγόμενα δώδεκα Εὐαγγέλια). Μεταξὺ πέμπτου καὶ ἕκτου Εὐαγγελίου, λιτανεύεται ἐντὸς τοῦ Ναοῦ ὁ Ἐσταυρωμένος καὶ τοποθετεῖται στὸ μέσο γιὰ προσκύνηση.

Τὸ πρωὶ τῆς Παρασκευῆς διαβάζονται οἱ «Μεγάλες Ὧρες» Α´, Γ´, ΣΤ´ καὶ Θ´ (λέγονται μεγάλες λόγῳ διαρκείας καὶ διότι ἀναφέρονται σὲ μεγάλα γεγονότα). Ἀμέσως μετὰ τὶς Ὦρες ἀκολουθεῖ ὁ Μεγάλος Ἑσπερινὸς στὸν ὁποῖο διαβάζεται Εὐαγγέλιο, κατὰ τὴ διάρκειᾳ τοῦ ὁποίου γίνεται ἡ Ἀποκαθήλωση τοῦ Ἐσταυρωμένου. Μετὰ ἀπὸ λίγο τοποθετεῖται ἐπάνω στὸ ἱερὸ Κουβούκλιο, (αὐτὸ ποὺ μοιάζει μὲ κενοτάφιο), ἕνα ὕφασμα, πάνω στὸ ὁποῖο εἶναι ζωγραφισμένος ἢ κεντημένος ὁ Κύριος ὡς νεκρός· αὐτὸ τὸ ὕφασμα λέγεται «Ἐπιτάφιος».

Ὅλα αὐτά, ἀναγνώσματα, ψαλμῳδίες καὶ λοιπὰ τελούμενα, δὲν ἀποτελοῦν μία ἀνάμνηση ἢ ἕνα θέατρο. Ὄχι. Εἶναι κάτι πολὺ περισσότερο: Εἶναι μία πραγματικὴ παρουσία ὅλων αὐτῶν τῶν γεγονότων, μία μεταφορὰ τοῦ παρελθόντος στὸ παρὸν καὶ ἀντιστρόφως, τοῦ παρόντος στὸ παρελθόν. Εἶναι ἕνα Μυστήριο ἀναβιώνει τὰ γεγονότα γιὰ τὸν καθένα μας, ὥστε νὰ τὰ ζήσουμε προσωπικά...

Οἱ ἱερεῖς σήμερα δὲ λειτουργοῦν τὴ Θυσίᾳ, τὴ Θείᾳ Λειτουργία, διότι ἔχει τελεστεῖ ἀπὸ τὸν Μέγα Ἀρχιερέα ἐπάνω στὸ Σταυρὸ μὲ τὴ Σταύρωσή Του. Καὶ ἡ Ἐκκλησία ἀναβιώνει τὴ θυσίᾳ τοῦ Κυρίου καὶ εἶναι σὰν νὰ ζεῖ ὅλη τὴν ἡμέρα της Μεγ. Παρασκευῆς τὴ Λειτουργία αὐτή.

 

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ
(Μεγάλη Παρασκευὴ Ἑσπέρας)

Τὸ Μ. Σάββατο ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση τῆς ταφῆς τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὸ ὁποῖο δὲ χωρίστηκε ἡ Θεότητά Του καὶ τῆς καθόδου τῆς Ψυχῆς Του στὸν ᾍδη, ἑνωμένη καὶ αὐτὴ μὲ τὴν παντοδύναμη Θεότητά Του. Ἐκεῖ ἔἐνίκησε τὸν ᾍδη καὶ ἐλευθέρωσε τὶς κρατημένες σ᾿ αὐτὸν ψυχὲς (ὅσες, φυσικά, ἐπίστευσαν).

Σήμερα, Σάββατο, ὁ Κύριος ἀναπαύεται, ὅπως ὁ Θεὸς ἀναπαύθηκε μετὰ τὴ Δημιουργίᾳ τῶν ἕξι ἡμερῶν, «τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ». Τὸ Σάββατο αὐτὸ τοῦ Νόμου καὶ τῆς Δημιουργίας προετύπωνε τὸ Σάββατο τοῦ Κυρίου: Τὴν ἀνάπαυσή Του στὸν τάφο. «Ὑπνοῖ ἡ Ζωή», (γι᾿ αὐτὸ κάθε Σάββατο θυμούμεθα τοὺς κεκοιμημένους καὶ τελοῦμε Μνημόσυνα).

Τὴν τρίτη ἡμέρα ἑνώθηκε πάλι ἡ Ψυχὴ μὲ τὸ Σῶμα καὶ ἀνέστη ὁ Κύριος ἐκ νεκρών (2).

Κατ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο, ἡ Ψυχὴ τοῦ Κυρίου νίκησε τὸν ᾍδη καὶ τὸ Σῶμα νίκησε τὸ θάνατο, ἐπειδὴ ἦταν ἑνωμένα μὲ τὴ Θεότητά Του.

Στὴν Ἀκολουθία τῆς βραδιᾶς ψάλλονται σὲ τρεῖς στάσεις καὶ τὰ λεγόμενα «Ἐγκώμια» - μικρὰ καὶ πολὺ ἀγαπητὰ τροπάρια ἀγνώστου ποιητή. Πιθανὸν νὰ εἶναι συνθέσεις, τοῦ ιε´ αἰῶνα. Μετὰ τὴ Δοξολογία γίνεται ἔξοδος καὶ περιφορὰ τοῦ «Ἐπιταφίου» μὲ τὸ ἱερὸ Κουβούκλιο.

Τὸ Μ. Σάββατο πρωὶ γίνεται ὁ Ἑσπερινὸς τοῦ ἀπογεύματος, δηλ. τοῦ Πάσχα, μαζί μὲ τὴ Θ. Λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου. Ἔχει ἀναστάσιμο χαρακτῆρα καὶ ὁ λαὸς τὴν ὀνομάζει «πρώτη Ἀνάσταση». Εἶναι πάρα πολὺ ὡραία ἀκολουθία, λόγῳ τῆς κοσμοσωτηρίου ἑορτῆς τοῦ ΠΑΣΧΑ, μὲ ὡραιότατα τροπάρια. Νὰ ἕνα στιχηρὸ ἰδιόμελο τοῦ Ἑσπερινοῦ:

«Σήμερον ὁ Ἅδης στένων βοᾷ· Συνέφερέ μοι, εἰ τὸν ἐκ Μαρίας γεννηθέντα, μὴ ὑπεδεξάμην· ἐλθὼν γὰρ ἐπ᾿ ἐμέ, τὸ κράτος μου ἔλυσε· πύλας χαλκᾶς συνέτριψε· ψυχὰς ἃς κατεῖχον τὸ πρίν, Θεὸς ὢν ἀνέστησε. Δόξα Κύριε τῷ Σταυρῷ σου, καὶ τῇ Ἀναστάσει σου».

Καὶ ὁ προεόρτιος παιάνας χαρᾶς:

«Ἀνάστα ὁ Θεὸς κρίνων τὴν γῆν, ὅτι σὺ βασιλεύεις εἰς τοὺς αἰῶνας, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ μέγα ἔλεος».

Ἐδῶ τελειώνει ἡ περίοδος τοῦ Τριωδίου.

Ἀπὸ τῆς Ἁγίας Κυριακῆς τοῦ Πάσχα ἀρχίζει ἄλλη περίοδος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ἡ περίοδος τοῦ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΑΡΙΟΥ.

FaLang translation system by Faboba